Εβγαλε το κοστούμι και τη γραβάτα, άφησε το γραφείο του στην τράπεζα και σε έναν λόφο πάνω από το Αργόν Πεδίον στο χωριό Σάγκα Μαντινείας, ο Γιώργος Βασιλοπουλος γέμισε τον τόπο με καρυδιές. Γιατί τα όνειρα είναι για να γίνονται πραγματικότητα.

Oυδέποτε άλλοτε καρπός δέντρου έτυχε τόσων πολλών συμβολικών και αλληγορικών νοημάτων. «Σκληρό καρύδι» για τον δυναμικό τύπο, «κάθε καρυδιάς καρύδι» για τη σάρα και τη μάρα, «σπάει καρύδια» για την ανοησία κάποιου, «κούφια καρύδια» για τα κενά λόγια…

Στην Ελλάδα διατηρούμε άριστες σχέσεις με την καρυδιά από αρχαιοτάτων χρόνων και τη γνωρίζουμε με την ονομασία «καρύα», τον δε καρπό της «κάρυο». Μεταφέρθηκε από την Περσία και είναι από τα πλέον πολύτιμα δέντρα, καθώς μας προσφέρει τον καρπό του, το ξύλο του, το λάδι του, ακόμα και το πράσινο περικάρπιο και τα φύλλα του, που χρησιμοποιούνται στη φαρμακευτική, στη βυρσοδεψία και στη βαφική. Τι άλλο να ζητήσει κάποιος από ένα φυλλοβόλο δένδρο με τόσες εξυπηρετήσεις που μας κάνει; Αυτό περίπου πρέπει να σκέφθηκε και ο Γιώργος Βασιλόπουλος, πρώην πρόεδρος των υπαλλήλων της Τράπεζας Πειραιώς και ταξιδευτής των πέντε ηπείρων, όταν παράτησε τη δουλειά του και δραπέτευσε για το χωριό Σάγκα Μαντινείας, ώστε να ασχοληθεί με το όνειρο της ζωής του, που ήταν να γεμίσει έναν λόφο με καρυδιές.

Τον πρώτο καιρό, για να μην του πέσει… βαριά η καλογερική, οργάνωσε το χωριό σε πολιτιστική βάση εκδίδοντας και τοπική εφημερίδα με τίτλο «Εν Σάγκα». Οταν αποδόμησε εντελώς μέσα του τις έννοιες θόρυβος, πολυκοσμία, μεγαλούπολη και αποδέχθηκε τον αναχωρητισμό του ιδεολόγου καλλιεργητή, απαξίωσε ακόμα και την ίδια του την προσπάθεια περί έντυπης επικοινωνίας μεταξύ των 150 συγχωριανών του και αφοσιώθηκε πλήρως στην οικολογική του συνείδηση. Εστησε το τσαρδάκι του σ’ έναν λόφο για να επιβλέπει το «Αργόν Πεδίον», όπως ονομάζεται η αρχαία περιοχή από την εποχή που ο Παυσανίας βολτάριζε στα μονοπάτια του χωριού του. Τον συναντήσαμε στην πιο ιερή στιγμή γι’ αυτόν, εκείνη της συγκομιδής καρυδιών, και του άρεσε η εισβολή μας στον καρυδεώνα του: «Καλώς ήρθατε, αλλά να ξέρετε πως τώρα που είναι η εποχή του μαζέματος δεν υπάρχει η πολυτέλεια του αράγματος, γι’ αυτό θα συνομιλούμε και συγχρόνως θα δουλεύω».

«Μα αυτό θέλουμε κι εμείς», του εξηγήσαμε και το πρόσωπό του φωτίστηκε από την κατανόηση που δείξαμε. Αλλωστε, δεν μπορούσαμε να κάνουμε και διαφορετικά: «Οποιος συνδεθεί με τη φύση αγαπά και σέβεται καθετί που τον περιτριγυρίζει. Αυτός ο καρπός για να φθάσει στο σημείο να σκάσει από το περικάρπιο ξέρετε τι αγώνα έχει δώσει; Οχι μόνον αυτός, αλλά κι εμείς που τον φροντίζουμε. Μπορεί το μάζεμα να γίνεται φθινόπωρο, όμως η προεργασία αρχίζει από τον Δεκέμβρη, που καθαρίζεις τα πεσμένα φύλλα και απολυμαίνεις με χαλκό τις καρυδιές, συνεχίζεται τον Φεβρουάριο με λίπανση και ξανά απολύμανση, τον Απρίλιο πάλι τα ίδια με ψεκασμό και ξεχορτάριασμα για να αποφύγεις αρρώστιες και άλλα συναφή προβλήματα και καταλήγεις στη συγκομιδή μέσα από μια διαδικασία κόπου, εξόδων και άγχους μεγάλου. Τίποτε δεν σου χαρίζει από μόνη της η φύση αν δεν βάλεις κι εσύ το χεράκι σου».

Οση ώρα μιλά, οι εργάτες που τον βοηθούν, σκυμμένοι με τους κουβάδες, μαζεύουν τα καρύδια που έχουν πέσει καταγής. Το μάζεμα δεν είναι εύκολη δουλειά, η μέση πονάει και τα χέρια κάποια στιγμή πιάνονται, ιδιαίτερα όταν οι καρποί έχουν πέσει στις κατηφοριές ανάμεσα στα αγριόχορτα του λόφου. Η Μαρία χαμογελά καθώς τη φωτογραφίζουμε, ενώ ο Νίκος σπάει δύο καρύδια φέρνοντάς τα στη χούφτα του και μας προσφέρει τον αφράτο καρπό τους. Ενας άλλος με τα σακιά στον ώμο κατεβαίνει την πλαγιά. Είναι ξένος, τραγουδά κάποιο τραγούδι αλβανικό που ταιριάζει πιο πολύ σε ρυθμό αμανέ. Κάτι σαν παράπονο ακούγεται. Ισως να έχει κουραστεί από το πρωί στο μάζεμα.

Ο Γιώργος Βασιλόπουλος φαίνεται πως νιώθει την ανάγκη για κουβέντα, περισσότερο απ’ ό,τι εμείς: «Εδώ δεν μπορείς να φέρεις αποτέλεσμα δίχως την επιστημονική γνώση. Γι’ αυτό λοιπόν ένας αδελφικός φίλος, ο γεωπόνος Παναγιώτης Μερμίγκης, που τώρα μπολιάζει ένα άγριο υβρίδιο με μια ήμερη καρυδιά, μου προσφέρει την απαραίτητη γνώση που μου χρειάζεται ώστε να έχω τον ποιοτικότερο καρπό κάθε χρόνο. Τα μαζεύουμε με το χέρι απ’ το δένδρο ή από κάτω, αλλά εκείνα που είναι ψηλά τα ραβδίζουμε. Ακολούθως τα πλένουμε και τα αποξηραίνουμε. Πείτε μου κι εσείς, υπάρχει σπουδαιότερη στιγμή από το να βλέπεις το περικάρπιο να ανοίγει και να ξεπετάγεται από μέσα το καρύδι σαν το αυγό μιας καινούργιας ύπαρξης; Ολη η μαγεία της φύσης περιλαμβάνεται σ’ αυτήν τη γέννηση που βλέπετε τώρα μπροστά σας».

Τρέχει στη διπλανή καρυδιά, μόλις έχει ανοίξει ένα πράσινο περίβλημα και ξεμυτίζει το καφέ σκληρό κέλυφος. Το πιάνει με τέτοια τρυφερότητα που αντιλαμβάνεσαι γιατί ο άνθρωπος αυτός εγκατέλειψε τη ζωή της Αθήνας και τώρα χαϊδεύει τους νεογέννητους καρπούς του κτήματός του…

 

Πηγή: ΕΘΝΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (7/11/2010), reportage: Γρηγόρης, Χαλιακόπουλος